ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟI ΑΓΩΝΕΣ

Ο Πίνδαρος από τη Θήβα (5ος αι. π.Χ.) έγραψε πολυάριθμα ποίηματα υμνώντας σπουδαίους αθλητές που διακρίθηκαν στους Πανελλήνιους Αγώνες. Οι στίχοι του δείχνουν με τρόπο λυρικό τη σημασία των Ολυμπιακών Αγώνων για τους αρχαίους Έλληνες.

Ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς αἰθόμενον πῦρ [στρ. α]
ἅτε διαπρέπει νυκτὶ μεγάνορος ἔξοχα πλούτου·
εἰ δ᾽ ἄεθλα γαρύεν
ἔλδεαι, φίλον ἦτορ,
5 μηκέτ᾽ ἀελίου σκόπει
ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέρᾳ φαεν-
νὸν ἄστρον ἐρήμας δι᾽ αἰθέρος,
μηδ᾽ Ὀλυμπίας ἀγῶνα φέρτερον αὐδάσομεν·

Τίποτε πιο πολύτιμο απ᾽ το νερό· και το χρυσάφι,
σαν τη φωτιά που καίει στο σκοτάδι,
λαμποκοπάει περίλαμπρα ανάμεσα στους θησαυρούς
που τους ανθρώπους μεγαλύνουν.
Αλλ᾽ αν τους άθλους να τραγουδήσεις
λαχταράς, καρδιά μου,
μη θες να δεις εξόν από τον ήλιο
άλλο άστρο να φέγγει την ημέρα με πιο ζωογόνα θέρμη
μέσα στον έρημο αιθέρα,
κι από της Ολυμπίας τους αγώνες άλλον πιο ξακουστό να ψάλουμε δεν έχει.
Πίνδαρος, Α’ Ολυμπιακός ύμνος, Για τον Ιέρωνα από τις Συρακούσες, νικητή σε ιπποδρομία, μτφρ. Οικονομίδης Ι., 2004.

Μᾶτερ ὦ χρυσοστεφάνων ἀέθλων, Οὐλυμπία, [στρ. α]
δέσποιν᾽ ἀλαθείας, ἵνα μάντιες ἄνδρες
ἐμπύροις τεκμαιρόμενοι παραπειρῶν-
ται Διὸς ἀργικεραύνου,
εἴ τιν᾽ ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι
5 μαιομένων μεγάλαν
ἀρετὰν θυμῷ λαβεῖν,
τῶν δὲ μόχθων ἀμπνοάν.

ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς· [ἀντ. α]
ἀλλ᾽ ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ᾽ Ἀλφεῷ ἄλσος,
10 τόνδε κῶμον καὶ στεφαναφορίαν δέ-
ξαι. μέγα τοι κλέος αἰεί,


Μητέρα χρυσοστέφανων αγώνων, Ολυμπία, [στρ. α]
δέσποινα της αλήθειας, όπου οι μάντεις
τα σφάγια στην πυρά εξετάζουν,
πασχίζοντας να μάθουνε
αν έχει κάποιο μήνυμα ο λαμπροκέραυνος Δίας για τους ανθρώπους
που λαχταρούν να κερδίσουν
την πιο τρανή τη νίκη
κι από τους μόχθους τους ξεκούραση να βρούνε.

Η ευσέβεια κάνει να εκπληρώνονται οι δεήσεις των ανθρώπων. [αντ. α]
Αλλ᾽ ω της Πίσας τέμενος με τα ωραία δέντρα στον Αλφειό κοντά,
δέξου τούτη την εύθυμη συντροφιά
που στεφάνι στην κόμη φορεί. Το κλέος αιώνια είναι τρανό
για κείνον που κερδίζει το λαμπρό σου βραβείο.
Πίνδαρος, Η’ Ολυμπιακός ύμνος, για τον Αλκιμέδοντα από την Αίγινα, νικητή στην πάλη παίδων, μετάφραση Οικονοιμίδης Γ., 2004

ΔΑΜΑΓΗΤΟΣ ΔΙΑΓΟΡΑ

Καθώς ο Παυσανίας περιγράφει τα αφιερώματα των αθλητών στο ιερό της Ολυμπίας, στέκεται μπροστά στα αγάλματα του Δαμάγητου και των Διαγοριδών. Από το κείμενό του αντλούμε σημαντικές πληροφορίες για την περίφημη οικογένεια που έγραψε λαμπρή ιστορία στους αγώνες.

θεασάμενος δὲ καὶ τούτους ἐπὶ τῶν Ῥοδίων ἀθλητῶν ἀφίξῃ τὰς εἰκόνας, Διαγόραν καὶ τὸ ἐκείνου γένος: οἱ δὲ συνεχεῖς τε ἀλλήλοις καὶ ἐν κόσμῳ τοιῷδε ἀνέκειντο, Ἀκουσίλαος μὲν λαβὼν πυγμῆς ἐν ἀνδράσι στέφανον, Δωριεὺς δὲ ὁ νεώτατος παγκρατίῳ νικήσας Ὀλυμπιάσιν ἐφεξῆς τρισί. πρότερον δὲ ἔτι τοῦ Δωριέως ἐκράτησε καὶ Δαμάγητος τοὺς ἐσελθόντας ἐς τὸ παγκράτιον. οὗτοι μὲν ἀδελφοί τέ εἰσι καὶ Διαγόρου παῖδες, ἐπὶ δὲ αὐτοῖς κεῖται καὶ ὁ Διαγόρας, πυγμῆς ἐν ἀνδράσιν ἀνελόμενος νίκην: τοῦ Διαγόρου δὲ τὴν εἰκόνα Μεγαρεὺς εἰργάσατο Καλλικλῆς Θεοκόσμου τοῦ ποιήσαντος τὸ ἄγαλμα ἐν Μεγάροις τοῦ Διός.

«Αφού κανείς δει κι αυτούς έρχεται στους ανδριάντες των ρόδιων αθλητών, του Διαγόρα και της γενιάς του. Οι ανδριάντες αυτοί ήταν στημένοι ο ένας μετά τον άλλο κατά την εξής τάξη: του Ακουσίλαου, ο οποίος στεφανώθηκε για πυγμαχία ανδρών και του Δωριέα, του πιο νέου, ο οποίος νίκησε σε παγκράτιο σε τρεις κατά σειρά ολυμπιάδες. Πριν τον Δωριέα είχε νικήσει στο παγκράτιο και ο Δαμάγητος. Όλοι αυτοί είναι αδέλφια, γιοι του Διαγόρα. Μαζί με αυτούς είναι στημένος και του Διαγόρα ο ανδριάντας, που είχε νικήσει σε πυγμαχία ανδρών. Τον ανδριάντα του τον έκαμε ο μεγαρέας Καλλικλής, γιος του Θεόκοσμου, ο οποίος έκαμε το άγαλμα του Δία στα Μέγαρα»

Ακολουθεί η ιστορία της Καλλιπάτειρας, της κόρης του Διαγόρα, της μοναδικής γυναίκας που παρακολούθησε τους αγώνες.

Διαγόρου δὲ καὶ οἱ τῶν θυγατέρων παῖδες πύξ τε ἤσκησαν καὶ ἔσχον Ὀλυμπικὰς νίκας, ἐν μὲν ἀνδράσιν Εὐκλῆς Καλλιάνακτός τε ὢν καὶ Καλλιπατείρας τῆς Διαγόρου, Πεισίροδος δὲ ἐν παισίν, ὃν ἡ μήτηρ ἀνδρὸς ἐπιθεμένη γυμναστοῦ σχῆμα ἐπὶ τῶν Ὀλυμπίων αὐτὴ τὸν ἀγῶνα ἤγαγεν: οὗτος δὲ ὁ Πεισίροδος καὶ ἐν τῇ Ἄλτει παρὰ τῆς μητρὸς τὸν πατέρα ἕστηκε.

«Οι γιοι των θυγατέρων του Διαγόρα προπονήθηκαν επίσης στην πυγμαχία και κέρδισαν νίκες στην Ολυμπία, σε ανδρικούς αγώνες ο Ευκλής, γιος του Καλλιάνακτα και της Καλλιπάτειρας, της κόρης του Διαγόρα, και σε παιδικούς ο Πεισίροδος, που η μητέρα του μεταμφιεσμένη σε άνδρα γυμναστή τον έφερε η ίδια στους αγώνες. Ο ανδριάντας του Πεισίροδου αυτού είναι στημένος στην Άλτη πλάι στον πατέρα της μητέρας του (τον Διαγόρα)».

Η περιγραφή του Παυσανία ολοκληρώνεται με την αφήγηση του θριάμβου του Ακουσίλαου και του Δαμάγητου και την αποθέωση του πατέρα τους, του Διαγόρα. Για τους αρχαίους Έλληνες, αυτή η σκηνή αποτελεί συνώνυμο υπέρτατης ανθρώπινης επιτυχίας – και ευτυχίας.

Διαγόραν δὲ καὶ ὁμοῦ τοῖς παισὶν Ἀκουσιλάῳ καὶ Δαμαγήτῳ λέγουσιν ἐς Ὀλυμπίαν ἐλθεῖν: νικήσαντες δὲ οἱ νεανίσκοι διὰ τῆς πανηγύρεως τὸν πατέρα ἔφερον βαλλόμενόν τε ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ἄνθεσι καὶ εὐδαίμονα ἐπὶ τοῖς παισὶ καλούμενον.

«Λένε πως ο Διαγόρας ήρθε στην Ολυμπία μαζί με τους γιους του Ακουσίλαο και Δαμάγητο. Όταν οι νέοι νίκησαν, περιέφεραν τον πατέρα τους ανάμεσα στον συγκεντρωμένο κόσμο, ενώ οι Έλληνες τον έρραιναν με άνθη και τον ονόμαζαν ευδαίμονα για τα παιδιά του».

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά VI, 7, 1-3 μτφρ. Παπαχατζής Ν., 2009.

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ

Στη ραψωδία Ψ της Ιλιάδας, ο Αχιλλέας οργανώνει αθλητικούς αγώνες για να τιμήσει τον νεκρό του φίλο Πάτροκλο. Προσφέρει πλούσια έπαθλα, όπως τρίποδες, άλογα και σκλάβες, σε μια σειρά από αγωνίσματα (αρματοδρομία, πυγμαχία, πάλη, δρόμος, δίσκος). Ας μην ξεχνάμε ότι τα ομηρικά έπη συντέθηκαν τον 8ο αι. π.Χ., περίπου την ίδια εποχή με τη συμβατική έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων.

Πρώτο αγώνισμα, οι θεαματικές αρματοδρομίες (στ. 259-270)

νηῶν δ᾽ ἔκφερ᾽ ἄεθλα λέβητάς τε τρίποδάς τε
260 ἵππους θ᾽ ἡμιόνους τε βοῶν τ᾽ ἴφθιμα κάρηνα,
ἠδὲ γυναῖκας ἐϋζώνους πολιόν τε σίδηρον.
ἱππεῦσιν μὲν πρῶτα ποδώκεσιν ἀγλά᾽ ἄεθλα
θῆκε γυναῖκα ἄγεσθαι ἀμύμονα ἔργα ἰδυῖαν
καὶ τρίποδ᾽ ὠτώεντα δυωκαιεικοσίμετρον
ῷ πρώτῳ· ἀτὰρ αὖ τῷ δευτέρῳ ἵππον ἔθηκεν
ἑξέτε᾽ ἀδμήτην βρέφος ἡμίονον κυέουσαν·
αὐτὰρ τῷ τριτάτῳ ἄπυρον κατέθηκε λέβητα
καλὸν τέσσαρα μέτρα κεχανδότα λευκὸν ἔτ᾽ αὔτως·
τῷ δὲ τετάρτῳ θῆκε δύω χρυσοῖο τάλαντα,
270 πέμπτῳ δ᾽ ἀμφίθετον φιάλην ἀπύρωτον ἔθηκε.

Και στήνει αγώνες, κι από τ' άρμενα για όσους νικήσουν βγάζει
λεβέτια και τριπόδια κι άλογα και βόδια και μουλάρια,
και ακόμα σίδερο σταχτόμαυρο κι ωριοζωσμένες σκλάβες.
Βάζει τρανά βραβεία στους γρήγορους αλογολάτες πρώτα,
μια σκλάβα, τέχνες αψεγάδιαστες που κάτεχε, κι ακόμα
τρανό λεβέτι εικοσιδυόλιτρο, με αρβάλια, να τα πάρει
ο πρώτος· κι έβαζε στο δεύτερο να πάρει μια φοράδα
άζευτη ακόμα, εξαχρονίτικη, μουλάρι γκαστρωμένη·
και για τον τρίτο πάλε αγκίνιαστο λεβέτι βάζει κάτω,
που έπαιρνε λίτρες μέσα τέσσερις, στραφταλιστό, πανώριο·
και για τον τέταρτο δυο τάλαντα χρυσάφι βάζει ατόφιο,
και κούπα αγκίνιαστη, διπλόγουβη, στερνά του πέμπτου βάζει.

Ακολουθεί η πυγμαχία (στ. 653-663):

αὐτὰρ ὃ πυγμαχίης ἀλεγεινῆς θῆκεν ἄεθλα·
ἡμίονον ταλαεργὸν ἄγων κατέδησ᾽ ἐν ἀγῶνι
ἑξέτε᾽ ἀδμήτην, ἥ τ᾽ ἀλγίστη δαμάσασθαι·
τῷ δ᾽ ἄρα νικηθέντι τίθει δέπας ἀμφικύπελλον.
στῆ δ᾽ ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν·
Ἀτρεΐδη τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ
ἄνδρε δύω περὶ τῶνδε κελεύομεν, ὥ περ ἀρίστω,
660 πὺξ μάλ᾽ ἀνασχομένω πεπληγέμεν· ᾧ δέ κ᾽ Ἀπόλλων
δώῃ καμμονίην, γνώωσι δὲ πάντες Ἀχαιοί,
ἡμίονον ταλαεργὸν ἄγων κλισίην δὲ νεέσθω·
αὐτὰρ ὃ νικηθεὶς δέπας οἴσεται ἀμφικύπελλον.

Και τότε τα βραβεία της άσπλαχνης της πυγμαχίας πιθώνει·
φέρνει και δένει μπρος στη σύναξη γομάρικο μουλάρι,
εξάχρονο, άστρωτο, που ζόρικο πολύ 'ναι να το στρώσεις.
Κι ακόμα βάζει κούπα δίγουβη να πάρει ο νικημένος.
Ορθός στη μέση τότε στέκοντας στους Αχαιούς φωνάζει:
«Υγιέ του Ατρέα και σεις επίλοιποι καλαντρειωμένοι Αργίτες,
άντρες για τούτα δυο ας φωνάξουμε, τους πιο τρανούς, ολόρθοι
να χτυπηθούνε με τους γρόθους τους· και σ' όποιον απ' τους δυο τους
μπρος σε ολονών εδώ τα μάτια μας τη νίκη δώσει ο Φοίβος,
τη μούλα ας πάρει τη γομάρικη να γύρει στο καλύβι·
κι ο νικημένος τη διπλόγουβη την κούπα θα κερδέψει.

Στη συνέχεια, ο Αχιλλέας οργανώνει την αναμέτρηση στην πάλη (στ.700-708):

Πηλεΐδης δ᾽ αἶψ᾽ ἄλλα κατὰ τρίτα θῆκεν ἄεθλα
δεικνύμενος Δαναοῖσι παλαισμοσύνης ἀλεγεινῆς,
τῷ μὲν νικήσαντι μέγαν τρίποδ᾽ ἐμπυριβήτην,
τὸν δὲ δυωδεκάβοιον ἐνὶ σφίσι τῖον Ἀχαιοί·
ἀνδρὶ δὲ νικηθέντι γυναῖκ᾽ ἐς μέσσον ἔθηκε,
πολλὰ δ᾽ ἐπίστατο ἔργα, τίον δέ ἑ τεσσαράβοιον.
στῆ δ᾽ ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν·
ὄρνυσθ᾽ οἳ καὶ τούτου ἀέθλου πειρήσεσθον.

Τότε ο Αχιλλέας προστάζει γρήγορα και φέρνουν άλλα πάλε
βραβεία για το άσπλαχνο το πάλεμα, μπρος στους Αργίτες όλους:
τρανό τριπόδι σ' όποιον κέρδιζε, για τη φωτιά φτιαγμένο,
που οι Δαναοί, όπως το 'δαν, δώδεκα το ξετιμήσαν βόδια·
κι ακόμα μια γυναίκα σκλάβα του, να πάρει ο νικημένος,
πολυτεχνίτρα, που όλοι τέσσερα την ξετιμούσαν βόδια.
Ορθός στη μέση τότε στέκοντας φωνάζει στους Αργίτες:
«Σκωθείτε οι δυο που θα παλέψετε και τον αγώνα ετούτον!»

Το τρέξιμο αποτελεί το επόμενο αγώνισμα (στ. 740-751):

Πηλεΐδης δ᾽ αἶψ᾽ ἄλλα τίθει ταχυτῆτος ἄεθλα
ἀργύρεον κρητῆρα τετυγμένον· ἓξ δ᾽ ἄρα μέτρα
χάνδανεν, αὐτὰρ κάλλει ἐνίκα πᾶσαν ἐπ᾽ αἶαν
πολλόν, ἐπεὶ Σιδόνες πολυδαίδαλοι εὖ ἤσκησαν,
Φοίνικες δ᾽ ἄγον ἄνδρες ἐπ᾽ ἠεροειδέα πόντον,
στῆσαν δ᾽ ἐν λιμένεσσι, Θόαντι δὲ δῶρον ἔδωκαν·
υἷος δὲ Πριάμοιο Λυκάονος ὦνον ἔδωκε
Πατρόκλῳ ἥρωϊ Ἰησονίδης Εὔνηος.
καὶ τὸν Ἀχιλλεὺς θῆκεν ἄεθλον οὗ ἑτάροιο,
ὅς τις ἐλαφρότατος ποσσὶ κραιπνοῖσι πέλοιτο·
750 δευτέρῳ αὖ βοῦν θῆκε μέγαν καὶ πίονα δημῷ,
ἡμιτάλαντον δὲ χρυσοῦ λοισθήϊ᾽ ἔθηκε.

Βραβεία καινούργια για το τρέξιμο τότε ο Αχιλλέας πιθώνει,
καλόφτιαστο κροντήρι ολάργυρο, που εχώραε λίτρες έξι,
κι άλλο, στη γης ακέρια αν έψαχνες, τη χάρη του δεν είχε.
Μαστόροι ξακουστοί το δούλεψαν με τέχνη, απ' τη Σιδώνα,
και Φοίνικες το φέραν σκίζοντας το ανταριασμένο κύμα,
κι ως στο λιμάνι άραξαν φτάνοντας, στο Θόαντα το χαρίσαν.
Κι ήταν αυτό που ο γαύρος Πάτροκλος είχε απ' τον Εύνηο πάρει
για του Λυκάονα το ξαγόρασμα, του γιου του Πρίαμου, τότε.
Τώρα ο Αχιλλέας βραβείο στου ακράνη του το απίθωνε το ξόδι,
για να το πάρει ο πιο αλαφρόποδος απ' όλους στον αγώνα.
Και βάζει βόδι για το δεύτερο, τρανό, καλοθρεμμένο,
κι ακόμα για τον τρίτο τάλαντο μισό χρυσάφι βάζει.

Και τέλος, το αγώνισμα του δίσκου (στ. 826-835):

αὐτὰρ Πηλεΐδης θῆκεν σόλον αὐτοχόωνον
ὃν πρὶν μὲν ῥίπτασκε μέγα σθένος Ἠετίωνος·
ἀλλ᾽ ἤτοι τὸν ἔπεφνε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς,
τὸν δ᾽ ἄγετ᾽ ἐν νήεσσι σὺν ἄλλοισι κτεάτεσσι.
830 στῆ δ᾽ ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν·
ὄρνυσθ᾽ οἳ καὶ τούτου ἀέθλου πειρήσεσθε.
εἴ οἱ καὶ μάλα πολλὸν ἀπόπροθι πίονες ἀγροί,
ἕξει μιν καὶ πέντε περιπλομένους ἐνιαυτοὺς
χρεώμενος· οὐ μὲν γάρ οἱ ἀτεμβόμενός γε σιδήρου
ποιμὴν οὐδ᾽ ἀροτὴρ εἶσ᾽ ἐς πόλιν, ἀλλὰ παρέξει.

Δίσκο ο Αχιλλέας χυμένο, αδούλευτο μετά πιθώνει κάτω,
που ο δυνατός Ηετίωνας άλλοτε τον έριχνε, όσο ζούσε·
μα σύντας ο Αχιλλέας ο γρήγορος τον σκότωσε, του πήρε
κι αυτό το δίσκο στα καράβια του μαζί με το άλλο βιος του.
830 Ορθός στη μέση τότε στέκοντας φωνάζει στους Αργίτες:
«Σκωθείτε εσείς που θα παλέψετε και τον αγώνα ετούτον!
τι όσο μακριά και να σου απλώνουνται τα καρπερά χωράφια,
θα 'χεις να παίρνεις στην ανάγκη σου και πέντε χρόνια αράδα
από το δίσκο αυτό· το σίδερο βοσκάρης για ζευγάς σου
ποτέ δε θα το πει πως του 'λειψε κι έχει να πάει στη χώρα.»

Ομήρου Ιλιάδα, Ψ, μτφρ. Καζαντζάκης Ν., & Κακριδής Ι. Θ., 1995.

Ο Aθηναίος ρήτορας Ισοκράτης (4ος αι. π.Χ.) περιγράφει με μεγάλο θαυμασμό τη δύναμη των πανελληνίων αγώνων που καταφέρνουν από σεβασμό προς το θείο να επιβάλλουν τη συνεργασία μεταξύ των πόλεων, τη διακοπή των ένοπλων συγκρούσεων και τους τοπικισμούς, σφυρηλατώντας το πνεύμα της ενότητας και της ομόνοιας.

Τῶν τοίνυν τὰς πανηγύρεις καταστησάντων δικαίως ἐπαινουμένων ὅτι τοιοῦτον ἔθος ἡμῖν παρέδοσαν ὥστε σπεισαμένους καὶ τὰς ἔχθρας τὰς ἐνεστηκυίας διαλυσαμένους συνελθεῖν εἰς ταὐτόν, καὶ μετὰ ταῦτ᾽ εὐχὰς καὶ θυσίας κοινὰς ποιησαμένους ἀναμνησθῆναι μὲν τῆς συγγενείας τῆς πρὸς ἀλλήλους ὑπαρχούσης, εὐμενεστέρως δ᾽ εἰς τὸν λοιπὸν χρόνον διατεθῆναι πρὸς ἡμᾶς αὐτούς, καὶ τάς τε παλαιὰς ξενίας ἀνανεώσασθαι καὶ καινὰς ἑτέρας ποιήσασθαι.

Σ᾽ αυτούς λοιπόν που καθιέρωσαν τις πανελλήνιες γιορτές ταιριάζει δίκαιος έπαινος. Μας κληροδότησαν το θαυμάσιο έθιμο να μαζευόμαστε όλοι μαζί στον ίδιο τόπο ύστερα από σπονδές και από διάλυση της έχθρας που μας χώριζε· να ενώνουμε κατόπιν τις προσευχές και τις θυσίες μας και να θυμόμαστε τους παλιούς συγγενικούς δεσμούς μας, να έχουμε πιο φιλική διάθεση στο μέλλον ο ένας για τον άλλο και τέλος να ανανεώνουμε τις παλιές φιλίες και να δημιουργούμε νέες. Ισοκράτης, Πανηγυρικός, Φίλιππος, μτφρ. Μπαζάκου–Μαραγκουδάκη, Στ., 1967.

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Ποιος καθιέρωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες; Ο περιηγητής Παυσανίας μιλά για τις παραδόσεις σχετικά με την ίδρυσή τους από τον Ιδαίο Ηρακλή και τον Δία. Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει η αναφορά του στο στεφάνι της αγριελιάς, το βραβείο για το οποίο αγωνίζονταν οι αθλητές.

[7.7] τὸν δὲ Ἡρακλέα παίζοντα--εἶναι γὰρ δὴ αὐτὸν πρεσβύτατον ἡλικίᾳ--συμβαλεῖν τοὺς ἀδελφοὺς ἐς ἅμιλλαν δρόμου καὶ τὸν νικήσαντα ἐξ αὐτῶν κλάδῳ στεφανῶσαι κοτίνου: παρεῖναι δὲ αὐτοῖς πολὺν δή τι οὕτω τὸν κότινον ὡς τὰ χλωρὰ ἔτι τῶν φύλλων ὑπεστρῶσθαι σφᾶς καθεύδοντας. κομισθῆναι δὲ ἐκ τῆς Ὑπερβορέων γῆς τὸν κότινόν φασιν ὑπὸ τοῦ Ἡρακλέους ἐς Ἕλληνας, εἶναι δὲ ἀνθρώπους οἳ ὑπὲρ τὸν ἄνεμον οἰκοῦσι τὸν Βορέαν. ....[7.9] Ἡρακλεῖ οὖν πρόσεστι τῷ Ἰδαίῳ δόξα τὸν τότε ἀγῶνα διαθεῖναι πρώτῳ καὶ Ὀλύμπια ὄνομα θέσθαι: διὰ πέμπτου οὖν ἔτους αὐτὸν κατεστήσατο ἄγεσθαι, ὅτι αὐτός τε καὶ οἱ ἀδελφοὶ πέντε ἦσαν ἀριθμόν. [7.10] Δία δὴ οἱ μὲν ἐνταῦθα παλαῖσαι καὶ αὐτῷ Κρόνῳ περὶ τῆς ἀρχῆς, οἱ δὲ ἐπὶ κατειργασμένῳ ἀγωνοθετῆσαί φασιν αὐτόν: νικῆσαι δὲ ἄλλοι τε λέγονται καὶ ὅτι Ἀπόλλων παραδράμοι μὲν ἐρίζοντα Ἑρμῆν, κρατήσαι δὲ Ἄρεως πυγμῇ. τούτου δὲ ἕνεκα καὶ τὸ αὔλημα τὸ Πυθικόν φασι τῷ πηδήματι ἐπεισαχθῆναι τῶν πεντάθλων, ὡς τὸ μὲν ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ αὔλημα ὄν, τὸν Ἀπόλλωνα δὲ ἀνῃρημένον Ὀλυμπικὰς νίκας.

Ο Ηρακλής, που ήταν ο μεγαλύτερος στην ηλικία, χάριν παιδιάς, έβαλε τους αδελφούς του να τρέξουν, και τον νικητή τον τίμησε με στεφάνι αγριελιάς. Την αγριελιά την είχαν τόσο άφθονη, ώστε κοιμώνταν σε φρεσκοκομμένα φυλλώματά της που τα έστρωναν κάτω. Η αγριελιά λένε πως μεταφέρθηκε από τον Ηρακλή στην Ελλάδα από τη γη των υπερβόρειων ανθρώπων, οι οποίοι κατοικούν πέρα από την έδρα του ανέμου Βορέα. (...). Στον Ιδαίο Ηρακλή λοιπόν ανήκει η δόξα πως πρώτος οργάνωσε τους αγώνες και τους ονόμασε Ολύμπια. Όρισε να γίνονται κάθε πέμπτο έτος, επειδή αυτός και οι αδελφοί του ήταν πέντε. Λένε μερικοί πως εδώ πάλαιψε ο Δίας με τον ίδιο τον Κρόνο για τη βασιλεία και άλλοι πως καθιέρωσε τους αγώνες, επειδή κατέβαλε τον Κρόνο. Μεταξύ των νικητών αναφέρεται και ο Απόλλωνας που ξεπέρασε σε αγώνα δρόμου τον Ερμή και νίκησε τον Άρη σε πυγμή. Γι αυτό λένε πως έχει ορισθεί το πυθικό τρέξιμο του αυλού την ώρα που οι μετέχοντες στο πένταθλο αθλητές πηδούν, επειδή το αύλημα αυτό είναι ιερό του Απόλλωνα και ο Απόλλωνας έχει κερδίσει ολυμπιακές νίκες. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά V, 7.7-10, μτφρ. Παπαχατζής N., 2009.

Ο Πίνδαρος στους στίχους του αναφέρεται κι εκείνος στην καθιέρωση των αγώνων από τον Δία και τον Ηρακλή.

Ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι, [στρ. α]
τίνα θεόν, τίν᾽ ἥρωα, τίνα δ᾽ ἄνδρα κελαδήσομεν;
ἤτοι Πίσα μὲν Διός· Ὀλυμπιάδα
δ᾽ ἔστασεν Ἡρακλέης
ἀκρόθινα πολέμου.

Ύμνοι που με τα λόγια σας τη λύρα κυβερνάτε,
ποιον θεό, ποιον ήρωα και ποιον άνθρωπο θα υμνήσουμε;
Αλήθεια, η Πίσα είναι του Διός και ο Ηρακλής
καθιέρωσε τους Ολυμπιακούς αγώνες,
υπέρλαμπρο αφιέρωμα από τη λεία πολέμου.

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Β΄, Για τον Θήρωνα από τον Ακράγαντα, νικητή στην αρματοδρομία, μτφρ. Οικονομίδης, Ι., 2004.

Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης, τον 1ο αι. π.Χ., συμφωνεί με την εκδοχή του Ηρακλή ως ιδρυτή των αγώνων προς τιμή του πατέρα του, του Δία.

Τελέσας δὲ τοῦτον τὸν ἆθλον τὸν Ὀλυμπικὸν ἀγῶνα συνεστήσατο, κάλλιστον τῶν τόπων πρὸς τηλικαύτην πανήγυριν προκρίνας τὸ παρὰ τὸν Ἀλφειὸν ποταμὸν πεδίον, ἐν ᾧ τὸν ἀγῶνα τοῦτον τῷ Διὶ τῷ πατρίῳ καθιέρωσε. στεφανίτην δ´ αὐτὸν ἐποίησεν, ὅτι καὶ αὐτὸς εὐηργέτησε τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων οὐδένα λαβὼν μισθόν. τὰ δ´ ἀθλήματα πάντα αὐτὸς ἀδηρίτως ἐνίκησε, μηδενὸς τολμήσαντος αὐτῷ συγκριθῆναι διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀρετῆς, καίπερ τῶν ἀθλημάτων ἐναντίων ἀλλήλοις ὄντων· τὸν γὰρ πύκτην ἢ παγκρατιαστὴν τοῦ σταδιέως δύσκολον περιγενέσθαι, καὶ πάλιν τὸν ἐν τοῖς κούφοις ἀθλήμασι πρωτεύοντα καταγωνίσασθαι τοὺς ἐν τοῖς βαρέσιν ὑπερέχοντας δυσχερὲς κατανοῆσαι. διόπερ εἰκότως ἐγένετο τιμιώτατος ἁπάντων τῶν ἀγώνων οὗτος, τὴν ἀρχὴν ἀπ´ ἀγαθοῦ λαβών.

Μετά την εκτέλεση και τούτου του άθλου, οργάνωσε τους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες, διαλέγοντας την ωραιότερη τοποθεσία για την τόσο σπουδαία πανήγυρη, που ήταν η πεδιάδα πλάι στον Αλφειό ποταμό, όπου αφιέρωσε τούτο τον αγώνα στον Δία πατέρα του. Έπαθλο για τους νικητές όρισε στεφάνι, διότι και ο ίδιος ευεργέτησε το ανθρώπινο γένος χωρίς να λάβει κανένα μισθό. Νίκησε σε όλα τα αθλήματα χωρίς συναγωνισμό, μιας και κανείς δεν τόλμησε να συγκριθεί μαζί του λόγω της υπέρτερης αξίας του, μολονότι τα αθλήματα είναι αντίθετα μεταξύ τους· διότι ο πυγμάχος ή ο παγκρατιαστής δύσκολα νικάει τον δρομέα, καθώς επίσης δύσκολα γίνεται κατανοητό ο πρωταθλητής στα ελαφρά αθλήματα να βάλει κάτω εκείνους που υπερέχουν στα βαριά. Είναι, λοιπόν, φυσικό να γίνουν τούτοι οι αγώνες οι πιο τιμημένοι απ’ όλους, αφού ξεκίνησαν από έναν γενναίο άντρα. Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκης Ιστορικής, Βίβλος 4η, μτφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, 1997.

Εξίσου ισχυρή προβάλλει στους στίχους του Πίνδαρου η παράδοση που θέλει την ίδρυση των αγώνων από τον Πέλοπα, για να ευχαριστήσει τον Δία που του χάρισε τη νίκη στην αρματοδρομία με αντίπαλο τον Οινόμαο.

ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων
Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ᾽ ἐπίνειμαι
ἀκρωτήριον Ἄλιδος
τοιοῖσδε βέλεσσιν,
τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ
ἐξάρατο κάλλιστον ἕδνον Ἱπποδαμείας·

Και τώρα με των Μουσών τα τόξα που φτάνουν μακριά
και με τα βέλη τούτα
κάλυψε τον Δία τον πορφυροκέραυνο
και το ακρωτήρι το ιερό της Ήλιδας,
που κάποτε ο ήρωας ο Λυδός, ο Πέλοπας,
περίλαμπρο το κέρδισε προικιό της Ιπποδάμειας.

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Θ, Για τον Εφαρμοστό από την Οπούντα, νικητή στην πάλη, στρ. α, 5-10, μτφρ. Οικονομίδης Ι., 2004

Και σε μια πιο αναλυτική εκδοχή:

τὸν μὲν ἀγάλλων θεός
ἔδωκεν δίφρον τε χρύσεον πτεροῖ-
σίν τ᾽ ἀκάμαντας ἵππους.
ἕλεν δ᾽ Οἰνομάου βίαν παρθένον τε σύνευνον·
ἔτεκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς.
90 νῦν δ᾽ ἐν αἱμακουρίαις
ἀγλααῖσι μέμικται,
Ἀλφεοῦ πόρῳ κλιθείς,
τύμβον ἀμφίπολον ἔχων πολυξενω-
τάτῳ παρὰ βωμῷ· τὸ δὲ κλέος
τηλόθεν δέδορκε τᾶν Ὀλυμπιάδων ἐν δρόμοις
Πέλοπος, ἵνα ταχυτὰς ποδῶν ἐρίζεται
ἀκμαί τ᾽ ἰσχύος θρασύπονοι·
ὁ νικῶν δὲ λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον
ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν

ἀέθλων γ᾽ ἕνεκεν· τὸ δ᾽ αἰεὶ παράμερον ἐσλόν [ἀντ. δ]
ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν.

Και τότε ο θεός , για να βγει τιμημένος,
του ᾽δωκε άρμα χρυσό με φτερωτά κι ακαταπόνητα άτια.
Και νίκησε τον ισχυρό Οινόμαο και πήρε την παρθένα σύζυγό του.

Μ᾽ αυτήν απέκτησε έξι γιους, έξι αρχοντόπουλα αντρειωμένα.
Και τώρα στις αιμοσπονδές
μετέχει τις λαμπρές
στις όχθες του Αλφειού γερμένος,
όπου προσκυνητάρι εγίνη ο τύμβος του κοντά στον πολυσύχναστο βωμό·
κι η δόξα
απ᾽ τον ιππόδρομο της Ολυμπίας αστράφτει μακριά
του Πέλοπα, εκεί που παραβγαίνουνε στη γρηγοράδα των ποδιών
και κρίνεται η αβάσταγη στους πόνους αντοχή·
κι έχει ο νικητής για την υπόλοιπη ζωή του
να ζει σε μελιστάλαχτη ευδία
για τους πολλούς που πέτυχε τους άθλους.

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Α’, Για τον Ιέρωνα από τις Συρακούσες, στους ιππικούς αγώνες, στρ. γ και δ, μτφρ. Οικονομίδης Ι., 2004

ΟΛΥΜΠΙΑΚΑ ΙΔΕΩΔΗ

Ο ιστορικός Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.) συνοψίζει με τον πιο παραστατικό τρόπο την ηθική αξία των αγώνων για τους αρχαίους Έλληνες, και μάλιστα μέσα από τα μάτια των αντιπάλων τους. Παραμονές της μάχης των Θερμοπυλών, οι Πέρσες πληροφορούνται έκπληκτοι πως οι Έλληνες αγωνίζονται στους αγώνες όχι για χρήματα αλλά για ένα στεφάνι ελιάς.

ἧκον δέ σφι αὐτόμολοι ἄνδρες ἀπ᾽ Ἀρκαδίης ὀλίγοι τινές, βίου τε δεόμενοι καὶ ἐνεργοὶ βουλόμενοι εἶναι. ἄγοντες δὲ τούτους ἐς ὄψιν τὴν βασιλέος ἐπυνθάνοντο οἱ Πέρσαι περὶ τῶν Ἑλλήνων τί ποιέοιεν· εἷς δέ τις πρὸ πάντων ἦν ὁ εἰρωτῶν αὐτοὺς ταῦτα. οἱ δέ σφι ἔλεγον ὡς Ὀλύμπια ἄγουσι καὶ θεωρέοιεν ἀγῶνα γυμνικὸν καὶ ἱππικόν. ὁ δὲ ἐπείρετο ὅ τι [τὸ ἄεθλον] εἴη σφι κείμενον περὶ ὅτευ ἀγωνίζονται· οἱ δὲ εἶπον τῆς ἐλαίης τὸν διδόμενον στέφανον. ἐνθαῦτα εἴπας γνώμην γενναιοτάτην Τριτανταίχμης ὁ Ἀρταβάνου δειλίην ὦφλε πρὸς βασιλέος. πυνθανόμενος γὰρ τὸ ἄεθλον ἐὸν στέφανον ἀλλ᾽ οὐ χρήματα, οὔτε ἠνέσχετο σιγῶν εἶπέ τε ἐς πάντας τάδε· Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους ἐπ᾽ ἄνδρας ἤγαγες μαχησομένους ἡμέας, οἳ οὐ περὶ χρημάτων τὸν ἀγῶνα ποιεῦνται ἀλλὰ περὶ ἀρετῆς.

Κι ήρθαν σ᾽ αυτούς κάτι λίγοι λιποτάκτες απ᾽ την Αρκαδία.. Οι Πέρσες λοιπόν τους έφεραν μπροστά στο βασιλιά και ρωτούσαν να μάθουν για τους Έλληνες, με τι καταγίνονταν. Κι οι άλλοι τούς αποκρίθηκαν πως γιορτάζουν τα Ολύμπια κι απολαμβάνουν το θέαμα αγωνισμάτων και ιπποδρομιών. Κι ο άλλος τούς έκανε μια δεύτερη ερώτηση, ποιο βραβείο έχει αθλοθετηθεί για τους αγώνες αυτούς· κι εκείνοι αποκρίθηκαν, το στεφάνι από ελιά που δίνεται στο νικητή. Τότε ο Τριτανταίχμης, ο γιος του Αρταβάνου, με το να πει γνώμη γνήσιου ευπατρίδη, χαρακτηρίστηκε από τον βασιλιά δειλός. Γιατί, ακούοντας πως το έπαθλο ήταν στεφάνι κι όχι χρήματα, δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό και είπε έτσι που να τον ακούν όλοι τα εξής: «Μαρδόνιε, Μαρδόνιε, με τί άντρες μας έφερες να δώσουμε μάχη! Με άντρες που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για να δείξουν τη λεβεντιά τους»
Ηρόδοτος, Ιστορίαι, 8.26.1-3, μτφρ. Σπυρόπουλος Η., 1995.

ΕΚΕΧΕΙΡΙΑ

Σχετικά με την αναδιοργάνωση των αγώνων τον 8ο αι. π.Χ. από τον Ίφιτο και την Ιερή Εκεχειρία για τη διεξαγωγή τους, ο Παυσανίας αποδεικνύεται και πάλι μια πολύτιμη πηγή.

χρόνῳ δὲ ὕστερον Ἴφιτος, γένος μὲν ὢν ἀπὸ Ὀξύλου, ἡλικίαν δὲ κατὰ Λυκοῦργον τὸν γράψαντα Λακεδαιμονίοις τοὺς νόμους, τὸν ἀγῶνα διέθηκεν ἐν Ὀλυμπίᾳ πανήγυρίν τε Ὀλυμπικὴν αὖθις ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐκεχειρίαν κατεστήσατο, ἐκλιπόντα ἐπὶ χρόνον ὁπόσος δὴ οὗτος ἦν: αἰτίαν δὲ δι' ἥντινα ἐξέλιπε τὰ Ὀλύμπια, ἐν τοῖς ἔχουσιν ἐς Ὀλυμπίαν τοῦ λόγου δηλώσω. [4.6] τῷ δὲ Ἰφίτῳ, φθειρομένης τότε δὴ μάλιστα τῆς Ἑλλάδος ὑπὸ ἐμφυλίων στάσεων καὶ ὑπὸ νόσου λοιμώδους, ἐπῆλθεν αἰτῆσαι τὸν ἐν Δελφοῖς θεὸν λύσιν τῶν κακῶν: καί οἱ προσταχθῆναί φασιν ὑπὸ τῆς Πυθίας ὡς αὐτόν τε Ἴφιτον δέοι καὶ Ἠλείους τὸν Ὀλυμπικὸν ἀγῶνα ἀνανεώσασθαι.

Ύστερα από καιρό ο Ίφιτος που καταγόταν από τον Όξυλο και ήταν σύγχρονος με τον Λυκούργο που έγραψε τους νόμους για τους Λακεδαιμόνιους, οργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και καθιέρωσε την πανήγυρη της Ολυμπίας ξανά από την αρχή και την εκεχειρία που είχε σταματήσει δεν ξέρω για πόσο καιρό. Για ποια αιτία είχαν σταματήσει τα Ολύμπια θα το αναφέρω στο λόγο για την Ολυμπία. Επειδή η Ελλάδα τότε πάθαινε μερικές καταστροφές από πόλεμο εμφύλιο και από αρρώστια λοιμώδη, ο Ίφιτος σκέφτηκε να συμβουλευτεί την δελφικό θεό για τον τρόπο της απαλλαγής από τις συμφορές. Και λένε πως η Πυθία πρόσταξε τον Ίφιτο και τους Ηλείους να ανακαινίσουν τους ολυμπιακούς αγώνες.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά V, 4, 5-6, μτφρ.. Παπαχατζής Ν., 2009.

τὰς θύρας δὲ ἐσιόντι τὰς χαλκᾶς, ἔστιν ἐν δεξιᾷ πρὸ τοῦ κίονος Ἴφιτος ὑπὸ γυναικὸς στεφανούμενος Ἐκεχειρίας, ὡς τὸ ἐλεγεῖον τὸ ἐπ' αὐτοῖς φησιν. ἑστήκασι δὲ καὶ ἐντὸς τοῦ ναοῦ κίονες, καὶ στοαί τε ἔνδον ὑπερῷοι καὶ πρόσοδος δι' αὐτῶν ἐπὶ τὸ ἄγαλμά ἐστι. πεποίηται δὲ καὶ ἄνοδος ἐπὶ τὸν ὄροφον σκολιά

Καθώς πάει να περάσει κανείς τη χάλκινη πόρτα της εισόδου έχει δεξιά του μπροστά στον κίονα την παράσταση του Ιφίτου που τον στεφανώνει μια γυναίκα, η Εκεχειρία, όπως λέει το ελεγείο που είναι γραμμένο κάτω από το (γλυπτικό) σύμπλεγμα.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά V, 10.10, μτφρ. Παπαχατζής Ν., 2009.

ἔστι δὲ ἐνταῦθα καὶ ἄλλα ἀναθήματα, κλίνη τε μέγεθος οὐ μεγάλη, τὰ πολλὰ ἐλέφαντι κεκοσμημένη, καὶ ὁ Ἰφίτου δίσκος καὶ τράπεζα ἐφ' ἧς προτίθενται τοῖς νικῶσιν οἱ στέφανοι. τὴν μὲν δὴ Ἱπποδαμείας λέγουσιν εἶναι παίγνιον: ὁ δὲ τοῦ Ἰφίτου δίσκος τὴν ἐκεχειρίαν, ἣν ἐπὶ τοῖς Ὀλυμπίοις ἐπαγγέλλουσιν Ἠλεῖοι, ταύτην οὐκ ἐς εὐθὺ ἔχει γεγραμμένην, ἀλλὰ ἐς κύκλου σχῆμα περίεισιν ἐπὶ τῷ δίσκῳ τὰ γράμματα.

Υπάρχουν κι άλλα αναθήματα εδώ (στο Ηραίο): μια κλίνη, όχι μεγάλη, στολισμένη κατά το μεγαλύτερο μέρος με ελεφαντοστούν· επίσης ο δίσκος του Ιφίτου και ένα τραπέζι, όπου εκτίθενται τα στεφάνια των νικητών· λένε πως η κλίνη ήταν ένα παιχνίδι της Ιπποδάμειας. Πάνω στον δίσκο του Ιφίτου είναι γραμμένη η εκεχειρία, την οποία προκηρύσσουν οι Ηλείοι χάριν των ολυμπιακών αγώνων: τα γράμματα δεν είναι γραμμένα σε ίσια γραμμή, αλλά προχωρούν πάνω στο δίσκο σε σχήμα κύκλου.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά V, 20.1, μτφρ.. Παπαχατζής Ν., 2009.

ΕΥ ΑΓΩΝΙΖΕΣΘΑΙ

Πριν την έναρξη των αγώνων, οι αθλητές αλλά και οι συνοδοί τους ορκίζονταν πως θα αγωνίζονταν δίκαια, ακολουθώντας τους κανόνες. Σύμφωνα με την περιγραφή του Παυσανία, ο όρκος δινόταν στο βουλευτήριο, δίπλα στο άγαλμα του Δία Όρκιου, πατώντας πάνω σε τόμια κάπρου.

ὁ δὲ ἐν τῷ βουλευτηρίῳ πάντων ὁπόσα ἀγάλματα Διὸς μάλιστα ἐς ἔκπληξιν ἀδίκων ἀνδρῶν πεποίηται· ἐπίκλησις μὲν Ὅρκιός ἐστιν αὐτῷ, ἔχει δὲ ἐν ἑκατέρᾳ κεραυνὸν χειρί. παρὰ τούτῳ καθέστηκε τοῖς ἀθληταῖς καὶ πατράσιν αὐτῶν καὶ ἀδελφοῖς, ἔτι δὲ γυμνασταῖς ἐπὶ κάπρου κατόμνυσθαι τομίων, μηδὲν ἐς τὸν Ὀλυμπίων ἀγῶνα ἔσεσθαι παρ' αὐτῶν κακούργημα. οἱ δὲ ἄνδρες οἱ ἀθληταὶ καὶ τόδε ἔτι προσκατόμνυνται, δέκα ἐφεξῆς μηνῶν ἀπηκριβῶσθαί σφισι τὰ πάντα ἐς ἄσκησιν. ὀμνύουσι δὲ καὶ ὅσοι τοὺς παῖδας ἢ τῶν ἵππων τῶν ἀγωνιζομένων τοὺς πώλους κρίνουσιν, ἐπὶ δικαίῳ καὶ ἄνευ δώρων ποιεῖσθαι κρίσιν, καὶ τὰ ἐς τὸν δοκιμαζόμενόν τε καὶ μή, φυλάξειν καὶ ταῦτα ἐν ἀποῤῥήτῳ.

Ο Δίας που είναι στο βουλευτήριο, περισσότερο από όλα τα αγάλματα του Δία, έγινε έτσι που να προκαλεί τον φόβο των άδικων ανθρώπων· τον επονομάζουν όρκιο, και παριστάνεται να κρατεί κεραυνό σε καθένα από τα χέρια του. Κοντά στο άγαλμα αυτό υπάρχει η συνήθεια να ορκίζονται πάνω σε τόμια κάπρου οι αθλητές, οι πατέρες τους και οι αδελφοί τους, καθώς και οι γυμναστές τους πως από μέρους τους δεν θα γίνει κανένα παράπτωμα κατά τους ολυμπιακούς αγώνες. Οι αθλητές ορκίζονται επιπλέον πως επί δέκα συνεχείς μήνες εφάρμοσαν με ακρίβεια τους σχετικούς με την προπόνησή τους κανονισμούς. Ορκίζονται και όσοι θα γίνουν κριτές της εισδοχής αθλητών στην κατηγορία των «παιδιών» ή αλόγων στην κατηγορία των «πώλων» πως θα κρίνουν δίκαια, χωρίς να δεχτούν δώρα και πως καθετί που αφορά σ’ εκείνους που θα γίνουν δεκτοί στους αγώνες ή θα αποκλεισθούν, πως κι αυτά θα τα κρατήσουν μυστικά.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά , V 24, 9-10, μτφρ. Παπαχατζής Ν., 2009.

Όσο για τους παραβάτες, οι χάλκινοι Ζάνες στιγμάτιζαν το όνομά τους στους αιώνες.

ἰόντι γὰρ ἐπὶ τὸ στάδιον τὴν ὁδὸν τὴν ἀπὸ τοῦ Μητρῴου, ἔστιν ἐν ἀριστερᾷ κατὰ τὸ πέρας τοῦ ὄρους τοῦ Κρονίου λίθου τε πρὸς αὐτῷ τῷ ὄρει κρηπὶς καὶ ἀναβασμοὶ δι' αὐτῆς: πρὸς δὲ τῇ κρηπῖδι ἀγάλματα Διὸς ἀνάκειται χαλκᾶ. ταῦτα ἐποιήθη μὲν ἀπὸ χρημάτων ἐπιβληθείσης ἀθληταῖς ζημίας ὑβρίσασιν ἐς τὸν ἀγῶνα, καλοῦνται δὲ ὑπὸ τῶν ἐπιχωρίων Ζᾶνες. πρῶτοι δὲ ἀριθμὸν ἓξ ἐπὶ τῆς ὀγδόης ἔστησαν καὶ ἐνενηκοστῆς Ὀλυμπιάδος: Εὔπωλος γὰρ Θεσσαλὸς χρήμασι διέφθειρε τοὺς ἐλθόντας τῶν πυκτῶν

Πηγαίνοντας κανείς προς το στάδιο και ακολουθώντας το δρόμο προς το μητρώο έχει στα αριστερά του, στα ριζά του Κρονίου όρους, πολύ κοντά σ’αυτό, ένα λίθινο κρηπίδωμα με σκαλοπάτια∙ παρά το κρηπίδωμα αυτό έχουν ανατεθεί χάλκινα αγάλματα του Δία. Αυτά έγιναν με χρήματα των προστίμων που επιβλήθηκαν στους αθλητές, οι οποίοι δεν σεβάστηκαν τους κανονισμούς των αγώνων, και ονομάζονται από τους ντόπιους Ζάνες. Πρώτα στήθηκαν εξ από τα αγάλματα αυτά κατά την ενενηκοστή όγδοη ολυμπιάδα: ο θεσσαλός Εύπωλος διέφθειρε με χρήματα τους πυγμάχους που ήρθαν για τους αγώνες.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά , V 21. 2-3, μτφρ. Παπαχατζής Ν., 2009.

ΚΑΛΟΣ Κ ΑΓΑΘΟΣ

Για τους αρχαίους Έλληνες, η άσκηση του σώματος και η εξύψωση του πνεύματος είναι έννοιες αλληλένδετες. Ο αθηναίος φιλόσοφος Πλάτων διατυπώνει την άποψη αυτή στην Πολιτεία.

ἐμοὶ μὲν γὰρ οὐ φαίνεται, ὃ ἂν χρηστὸν ᾖ σῶμα, τοῦτο τῇ αὑτοῦ ἀρετῇ ψυχὴν ἀγαθὴν ποιεῖν, ἀλλὰ τοὐναντίον ψυχὴ ἀγαθὴ τῇ αὑτῆς ἀρετῇ σῶμα παρέχειν ὡς οἷόν τε βέλτιστον.

Εγώ δηλαδή έχω την ιδέα πως δεν είναι το γερό και καλό σώμα εκείνο που με την αξία του κάνει καλή και την ψυχή, αλλά το εναντίον, η καλή ψυχή είναι που με την αρετή της κάνει και το σώμα όσο γίνεται πιο καλό.

Πλάτων, Πολιτεία (Γ403d), μτφρ. Γρυπάρης Ι., 2015.

Για τις δύο όψεις της παιδείας, τη γυμναστική και τη φιλοσοφία, κάνει λόγο ο Ισοκράτης.

[181] οὕτω δὲ τούτων ἐχόντων ὁρῶντές τινες τῶν πολὺ πρὸ ἡμῶν γεγονότων περὶ μὲν τῶν ἄλλων πολλὰς τέχνας συνεστηκυίας, περὶ δὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν οὐδὲν τοιοῦτον συντεταγμένον, εὑρόντες διττὰς ἐπιμελείας κατέλιπον ἡμῖν, περὶ μὲν τὰ σώματα τὴν παιδοτριβικήν, ἧς ἡ γυμναστικὴ μέρος ἐστί, περὶ δὲ τὰς ψυχὰς τὴν φιλοσοφίαν, περὶ ἧς ἐγὼ μέλλω ποιεῖσθαι τοὺς λόγους,

Έτσι λοιπόν, μερικοί άνθρωποι που έζησαν πολύ πριν από μας και έβλεπαν ότι, ενώ υπήρχαν πολλές τέχνες για άλλους τομείς, δεν είχε συσταθεί καμιά σχετικά με το σώμα και την ψυχή, βρήκαν δύο επαγγελματικές ασχολίες τις οποίες μας μεταβίβασαν∙ μία σχετική με το σώμα, την τέχνη του παιδοτρίβη, στην οποία περιλαμβάνεται και η γυμναστική, και μία για την ψυχή, τη φιλοσοφία, στην οποία θα αφιερώσω τον λόγο μου.

Ισοκράτης, Παναθηναϊκός, Περί της αντιδόσεως, μτφρ. Παπαϊωάννου Σ., 1993.

ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΑ

Οι αλλαγές στο πρόγραμμα των αγώνων ήταν αναπόφευκτες, παρέμεναν όμως μικρής σημασίας. Μέχρι το τέλος της αρχαιότητας, συναντάμε σε γενικές τα ίδια αθλήματα που κέρδιζαν το ενδιαφέρον του κοινού.

Χρόνος. τὸ δὲ σαφανὲς ἰὼν πόρσω κατέφρασεν, [ἐπῳδ. γ]
ὁπᾷ τὰν πολέμοιο δόσιν
ἀκρόθινα διελὼν ἔθυε καὶ
πενταετηρίδ᾽ ὅπως ἄρα
ἔστασεν ἑορτὰν σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ
νικαφορίαισί τε·
60 τίς δὴ ποταίνιον
ἔλαχε στέφανον
χείρεσσι ποσίν τε καὶ ἅρματι,
ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος
εὖχος, ἔργῳ καθελών;
στάδιον μὲν ἀρίστευσεν, εὐθὺν τόνον [στρ. δ]
65 ποσσὶ τρέχων, παῖς ὁ Λικυμνίου
Οἰωνός· ἷκεν δὲ Μιδέαθεν στρατὸν ἐλαύνων·
ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν·
Δόρυκλος δ᾽ ἔφερε πυγμᾶς τέλος,
Τίρυνθα ναίων πόλιν·
ἀν᾽ ἵπποισι δὲ τέτρασιν

70 ἀπὸ Μαντινέας Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου· [ἀντ. δ]
ἄκοντι {δὲ} Φράστωρ ἔλασε σκοπόν·
μᾶκος δὲ Νικεὺς ἔδικε πέτρῳ χέρα κυκλώσαις
ὑπὲρ ἁπάντων, καὶ συμμαχία θόρυβον
παραίθυξε μέγαν· ἐν δ᾽ ἕσπερον
ἔφλεξεν εὐώπιδος
75 σελάνας ἐρατὸν φάος.

Ο Χρόνος, που με το πέρασμά του διαλάλησε καθάρια [επωδ. γ]
πώς ο Ηρακλής μοιράζοντας του πολέμου τα λάφυρα
πρόσφερε το καλύτερό τους κομμάτι θυσία
και πώς όρισε να γίνονται οι αγώνες
κάθε τετραετία με την πρώτη Ολυμπιάδα
και τις νίκες της.
Και ποιος λοιπόν εκέρδισε
το νέο αυτό στεφάνι,
για των χεριών και των ποδιών τα αθλήματα και για την αρματοδρομία,
καλά στο νου του βάζοντας τον θρίαμβο
στον αγώνα και μ᾽ έργα κατορθώνοντάς το;
Αρίστεψε στο στάδιο, πάντα τρέχοντας ίσια γραμμή [στρ. δ]
65 του Λικυμνίου ο γιος,
ο Οιωνός, που είχε απ᾽ τη Μιδέα έρθει φέρνοντας τον στρατό του·
και ο Έχεμος στην πάλη την Τεγέα εδόξασε·
ο Δόρυκλος, που κατοικούσε στην Τίρυνθα,
κέρδισε στην πυγμαχία το βραβείο·
στο τέθριππο άρμα
70 νίκησε ο Σάμος από την Μαντινεία, ο γιος του Αλιροθίου·[αντ. δ]
με το κοντάρι ο Φράστωρ πέτυχε τον στόχο·
και στριφογύρισε ο Νικέας με το χέρι του τον πέτρινο τον δίσκο
και ρίχνοντάς τον πέρασε όλους τους άλλους· αλαλαγμό
μεγάλο σήκωσαν οι σύντροφοί του· και η σελήνη
ομορφοπρόσωπη με την εράσμια λάμψη της
75 φώτισε την εσπέρα.

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Ι΄, Για τον Αγησίλαο από τους επιζεφύριους λόκρους, νικητή στην πυγμαχία παίδων, στ. 55-75, μτφρ. Οικονομίδης Ι., 2004.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Ο περίπλοκος μηχανισμός της ιππάφεσης προκαλούσε το ενδιαφέρον των επισκεπτών στην Ολυμπία. Χάρη στον Παυσανία, έχουμε μια λεπτομερή περιγραφή της, καθώς ο περιηγητής φτάνει στον Ιππόδρομο.

ὑπερβάλλοντι δὲ ἐκ τοῦ σταδίου, καθότι οἱ Ἑλλανοδίκαι καθέζονται, κατὰ τοῦτο [τὸ] χωρίον ἐς τῶν ἵππων ἀνειμένον τοὺς δρόμους καὶ ἡ ἄφεσίς ἐστι τῶν ἵππων. παρέχεται μὲν οὖν σχῆμα ἡ ἄφεσις κατὰ πρῷραν νεώς, τέτραπται δὲ αὐτῆς τὸ ἔμβολον ἐς τὸν δρόμον: καθότι δὲ τῇ Ἀγνάπτου στοᾷ προσεχής ἐστιν ἡ πρῷρα, κατὰ τοῦτο εὐρεῖα γίνεται, δελφὶς δὲ ἐπὶ κανόνος κατὰ ἄκρον μάλιστα τὸ ἔμβολον πεποίηται χαλκοῦς. [20.11] ἑκατέρα μὲν δὴ πλευρὰ τῆς ἀφέσεως πλέον ἢ τετρακοσίους πόδας παρέχεται τοῦ μήκους, ᾠκοδόμηται δὲ ἐν αὐταῖς οἰκήματα: ταῦτα [τὰ] κλήρῳ τὰ οἰκήματα διαλαγχάνουσιν οἱ ἐσιόντες ἐς τὸν ἀγῶνα τῶν ἵππων. πρὸ δὲ τῶν ἁρμάτων ἢ καὶ ἵππων τῶν κελήτων, διήκει πρὸ αὐτῶν καλῴδιον ἀντὶ ὕσπληγος: βωμὸς δὲ ὠμῆς πλίνθου τὰ ἐκτὸς κεκονιαμένος ἐπὶ ἑκάστης Ὀλυμπιάδος ποιεῖται κατὰ τὴν πρῷραν μάλιστά που μέσην, ἀετὸς [20.12] δὲ ἐπὶ τῷ βωμῷ χαλκοῦς κεῖται τὰ πτερὰ ἐπὶ μήκιστον ἐκτείνων. ἀνακινεῖ μὲν δὴ τὸ ἐν τῷ βωμῷ μηχάνημα ὁ τεταγμένος ἐπὶ τῷ δρόμῳ: ἀνακινηθέντος δὲ ὁ μὲν ἐς τὸ ἄνω πεποίηται πηδᾶν ὁ ἀετός, ὡς τοῖς ἥκουσιν ἐπὶ τὴν θέαν γενέσθαι σύνοπτος, ὁ δελφὶς δὲ ἐς ἔδαφος πίπτει. [20.13] πρῶται μὲν δὴ ἑκατέρωθεν αἱ πρὸς τῇ στοᾷ τῇ Ἀγνάπτου χαλῶσιν ὕσπληγες, καὶ οἱ κατὰ ταύτας ἑστηκότες ἐκθέουσιν ἵπποι πρῶτοι: θέοντές τε δὴ γίνονται κατὰ τοὺς εἰληχότας ἑστάναι τὴν δευτέραν τάξιν, καὶ τηνικαῦτα χαλῶσιν αἱ ὕσπληγες αἱ ἐν τῇ δευτέρᾳ τάξει: διὰ πάντων τε κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον συμβαίνει τῶν ἵππων, ἔστ' ἂν ἐξισωθῶσιν ἀλλήλοις κατὰ τῆς πρῴρας τὸ ἔμβολον: τὸ ἀπὸ τούτου δὲ ἤδη καθέστηκεν ἐπίδειξις ἐπιστήμης τε ἡνιόχων καὶ ἵππων ὠκύτητος. [20.14] τὸ μὲν δὴ ἐξ ἀρχῆς Κλεοίτας ἐστὶν ἄφεσιν μηχανησάμενος, καὶ φρονῆσαί γε ἐπὶ τῷ εὑρήματι, ὡς καὶ ἐπίγραμμα ἐπὶ ἀνδριάντι τῷ Ἀθήνῃσιν ἐπιγράψαι ὃς τὴν ἱππάφεσιν Ὀλυμπίᾳ εὕρατο πρῶτος, τεῦξέ με Κλεοίτας υἱὸς Ἀριστοκλέους:

Αφού κανείς περάσει από το στάδιο, κατά το μέρος όπου είναι η έδρα των ελλανοδικών, υπάρχει χώρος διαρρυθμισμένος για τους δρόμους των αλόγων. Εδώ είναι και η αφετηρία των αλόγων, η οποία είναι έτσι κατασκευασμένη ώστε να μοιάζει με πλώρη πλοίου, της οποίας το έμβολο είναι γυρισμένο προς το μέρος του δρόμου. Στο μέρος όπου η πλώρη πλησιάζει τη στοά του Αγνάπτου γίνεται πλατιά. Στο άκρο περίπου του εμβόλου, πάνω σε ράβδο, είναι προσαρμοσμένο ένα δελφίνι χάλκινο. Καθεμιά από τις δύο πλευρές της αφετηρίας έχει μήκος περισσότερο από τετρακόσια πόδια και είναι χτισμένοι σε αυτές χώροι, για τα προοριζόμενα για το αγώνισμα άλογα· καθένας που θα λάβει μέρος στους αγώνες των αλόγων παίρνει με κλήρο έναν από τους χώρους αυτούς. Μπροστά στα άρματα ή τους κέλητες ίππους τεντώνεται ένα σκοινί αντί φράγματος. Σε κάθε ολυμπιάδα κατασκευάζεται και ένας βωμός από ωμά πλιθιά, σοβατισμένος απέξω, περίπου στη μέση της πλώρης. Πάνω στο βωμό βρίσκεται ένας αετός χάλκινος που έχει τελείως απλωμένα τα φτερά του. Ο επιφορτισμένος με την έναρξη του αγωνίσματος κινεί ειδικό μηχανισμό, που είναι μέσα στο βωμό, και ο αετός αναπηδά σε τόσο ύψος, ώστε να είναι ορατός από τους θεατές, ενώ το δελφίνι πέφτει στο έδαφος. Πέφτουν λοιπόν αμέσως πρώτα τα σκοινιά των φραγμάτων που είναι πλησιέστερα στη στοά του Αγνάπτου και τα άλογα που βρίσκονται πίσω από αυτά τρέχουν έξω πρώτα· μόλις φτάνουν σε εκείνα που με κλήρο πήραν τη δεύτερη θέση, πέφτουν αμέσως τα φράγματα της δεύτερης θέσης· το ίδιο συμβαίνει και με τα άλογα που είναι στους άλλους χώρους, μέχρις ότου όλα τα άλογα έρθουν στην ίδια γραμμή, εκεί όπου είναι το έμβολο της πλώρης. Ύστερα απ’ αυτό μένει πλέον να δείξουν τη δεξιοτεχνία τους οι ηνίοχοι και την ταχύτητά τους τα άλογα. Τον τρόπο του ξεκινήματος των αλόγων τον επινόησε αρχικά ο Κλεοίτας, ο οποίος φαίνεται ήταν τόσο περήφανος για την επινόηση αυτή, ώστε να αναφέρει τα εξής στο επίγραμμα ενός ανδιάντα στην Αθήνα: «μ’ έκαμε ο Κλεοίτας, ο γιός του Αριστοκλή, ο οποίος πρώτος βρήκε τον τρόπο ξεκινήματος των αλόγων στην Ολυμπία».

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ηλιακά VΙ, 20.10-14, μτφρ. Παπαχατζής Ν., 2009.

ΕΠΑΘΛΑ

Ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα (2ος αι. μ.Χ.) φαντάζεται τον Ανάχαρσι, έναν ηγεμόνα από τη Σκυθία, να συνομιλεί με τον αθηναίο σοφό Σόλωνα για θέματα που αφορούν στην παιδεία των νέων. Η ελληνική ολιγαρκής αρετή αντιδιαστέλλεται για άλλη μια φορά με τις ανατολίτικες αντιλήψεις.

Ἀνάχαρσις: Τὰ δὲ ἆθλα τίνα ὑμῖν ταῦτά ἐστιν;

Σόλων: Ὀλυμπίασι μὲν στέφανος ἐκ κοτίνου, Ἰσθμοῖ δὲ ἐκ πίτυος, ἐν Νεμέᾳ δὲ σελίνων πεπλεγμένος, Πυθοῖ δὲ μῆλα τῶν ἱερῶν τοῦ θεοῦ, παρ᾽ ἡμῖν δὲ τοῖς Παναθηναίοις τὸ ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς μορίας. Τί ἐγέλασας, ὦ Ἀνάχαρσι; ἢ διότι μικρά σοι εἶναι ταῦτα δοκεῖ;

Ανάχαρσις: Και αυτά τα έπαθλά σας ποια είναι;

Σόλων: Στην Ολυμπία είναι στεφάνι από αγριελιά, στα Ίσθμια από πεύκο, στα Νέμεα είναι πλεγμένο από σέλινα, στα Πύθια είναι μήλα από τα ιερά δέντρα των θεών, και σε μας εδώ στα Παναθήναια, το λάδ ιαπό την ιερή ελιά.

Λουκιανός, Ανάχαρσις ή Περί Γυμνασίων, μτφρ. Φιλολογική Ομάδα του Κάκτου, 1994.

Σόλων
ἃ δὲ περὶ τῶν νέων γιγνώσκομεν καὶ ὅπως αὐτοῖς χρώμεθα, ἐπειδὰν πρῶτον ἄρξωνται συνιέναι τε τοῦ βελτίονος καὶ τῷ σώματι ἀνδρίζεσθαι καὶ ὑφίστασθαι τοὺς πόνους, ταῦτα ἤδη σοι διέξειμι, ὡς μάθοις οὗτινος χάριν τὰς ἀσκήσεις ταύτας προτεθείκαμεν αὐτοῖς καὶ διαπονεῖν τὸ σῶμα καταναγκάζομεν, οὐ μόνον ἕνεκα τῶν ἀγώνων, ὅπως τὰ ἆθλα δύναιντο ἀναιρεῖσθαι — ἐπ᾽ ἐκεῖνα μὲν γὰρ ὀλίγοι πάνυ ἐξ ἁπάντων χωροῦσιν — ἀλλὰ μεῖζόν τι ἁπάσῃ τῇ πόλει ἀγαθὸν ἐκ τούτου καὶ αὐτοῖς ἐκείνοις προσκτώμενοι. κοινὸς γάρ τις ἀγὼν ἄλλος ἅπασι τοῖς ἀγαθοῖς πολίταις πρόκειται καὶ στέφανος οὐ πίτυος οὐδὲ κοτίνου ἢ σελίνων, ἀλλ᾽ ὃς ἐν αὑτῷ συλλαβὼν ἔχει τὴν ἀνθρώπου εὐδαιμονίαν, οἷον ἐλευθερίαν λέγω αὐτοῦ τε ἑκάστου ἰδίᾳ καὶ κοινῇ τῆς πατρίδος καὶ πλοῦτον καὶ δόξαν καὶ ἑορτῶν πατρίων ἀπόλαυσιν καὶ οἰκείων σωτηρίαν, καὶ συνόλως τὰ κάλλιστα ὧν ἄν τις εὔξαιτο γενέσθαι οἱ παρὰ τῶν θεῶν. Ταῦτα πάντα τῷ στεφάνῳ ὅν φημι συναναπέπλεκται καὶ ἐκ τοῦ ἀγῶνος ἐκείνου περιγίγνεται ἐφ᾽ ὃν αἱ ἀσκήσεις αὗται καὶ οἱ πόνοι ἄγουσιν.

Σόλων
Τώρα λοιπόν θα σου αναλύσω τι πιστεύουμε για τους νέους μας και πώς τους αντιμετωπίζουμε από τη στιγμή που αρχίζουν να αντιλαμβάνονται το καλύτερο, να γίνονται άνδρες στο σώμα και να υπομένουν τους κόπους, για να μάθεις για ποιον λόγο ορίσαμε τις ασκήσεις τούτες γι’ αυτούς και τους εξαναγκάζουμε να εξασκούν το σώμα τους, όχι μόνο για τους αγώνες, ώστε να μπορούν να παίρνουν τα έπαθλα –γιατί από όλους τους νέους ελάχιστοι φτάνουν μέχρις αυτά-, αλλά επειδή απ’ αυτό κερδίζουμε ένα μεγαλύτερο όφελος για όλη την πόλη και για τους ίδιους. Στην πραγματικότητα υπάρχει κάποιος άλλος αγώνας, κοινός για όλους τους αγαθούς πολίτες, και στεφάνι όχι από πεύκο, από αγριελιά ή σέλινα, αλλά αυτό που περικλείει την ανθρώπινη ευδαιμονία – εννοώ δηλαδή την ελευθερία, του καθενός ατομικά και της πατρίδας γενικά, τον πλούτο, τη δόξα, την απόλαυση των πατροπαράδοτων εορτών, την ασφάλεια των οικείων και γενικά τα καλύτερα αγαθά, που θα ευχόταν κάποιος να του δοθούν από τους Θεούς. Όλα αυτά είναι πλεγμένα στο στεφάνι που είπα και αποκτιούνται με τον αγώνα εκείνο, προς τον οποίο οδηγούν οι ασκήσεις αυτές και οι κόποι.

Λουκιανός, Ανάχαρσις ή Περί Γυμνασίων, μτφρ. Φιλολογική Ομάδα του Κάκτου, 1994.

Για την ασύγκριτη ηθική αξία του στεφανιού κάνει λόγο ο αθηναίος ρήτορας Αισχύνης (4ος αι. π.Χ.).

Οἴεσθ᾽ ἄν ποτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἐθελῆσαί τινα ἐπασκεῖν εἰς τὰ Ὀλύμπια, ἢ ἄλλον τινὰ τῶν στεφανιτῶν ἀγώνων, παγκράτιον ἢ καὶ ἄλλο τι τῶν βαρυτέρων ἄθλων, εἰ ὁ στέφανος ἐδίδοτο μὴ τῷ κρατίστῳ, ἀλλὰ τῷ διαπραξαμένῳ; οὐδεὶς ἄν ποτ᾽ ἠθέλησεν ἐπασκεῖν. [180] Νῦν δ᾽ οἶμαι διὰ τὸ σπάνιον καὶ περιμάχητον καὶ τὸ καλὸν καὶ τὸ ἀείμνηστον ἐκ τῆς νίκης ἐθέλουσίν τινες τὰ σώματα παραθέμενοι καὶ τὰς μεγίστας ταλαιπωρίας διακινδυνεύειν.

Πιστεύετε, Αθηναίοι, ότι θα ήθελε ποτέ κανείς να πάρει μέρος στους oλυμπιακούς αγώνες ή σε κάποιους άλλους αγώνες με έπαθλο το στεφάνι, στο παγκράτιο ή σε κάποιο άλλο δυσκολότερο αγώνισμα, εάν το στεφάνι δινόταν όχι στον καλύτερο άλλα σ᾽ εκείνον που θα κατάφερνε να το αποκτήσει με άλλα μέσα; Κανένας δεν θα ήθελε να αγωνιστεί. Τώρα όμως, επειδή το στεφάνι της νίκης είναι σπάνιο, περιζήτητο και προσδίδει τιμή και δόξα αλησμόνητη, γι᾽ αυτό πιστεύω ότι μερικοί είναι αποφασισμένοι να υποβάλλουν τα σώματά τους σε επίπονες ασκήσεις και με κίνδυνο της ζωής τους να υποστούν τις πιο μεγάλες ταλαιπωρίες.

Αισχίνης, Κατὰ Κτησιφῶντος, μτφρ. Γιαγκόπουλος, Α.Ι., 2012.

Η πεποίθηση ότι το στεφάνι της νίκης στους αγώνες είναι τιμή για τον ίδιο τον αθλητή αλλά και για την πόλη του διαπερνά τους περισσότερους στίχους του Πίνδαρου.

Ὑψηλᾶν ἀρετᾶν καὶ στεφάνων ἄωτον γλυκύν [στρ. α]
τῶν Οὐλυμπίᾳ, Ὠκεανοῦ θύγατερ, καρδίᾳ γελανεῖ
ἀκαμαντόποδός τ᾽ ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα·

ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων, Καμάρινα, λαοτρόφον, [ἀντ. α]
5 βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις
ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις,
ἵπποις ἡμιόνοις τε μοναμπυκίᾳ τε. τὶν δὲ κῦδος ἁβρόν [ἐπῳδ. α]

Των υψηλών αρετών και των στεφάνων το γλυκό βραβείο [στρ. α]
από την Ολυμπία, Κόρη του Ωκεανού, με γελαστή καρδιά
τα δώρα του Ψαύμη υποδέξου
και του άρματος που ακάματα το σέρνουν μουλάρια.

Αυτός την πόλη σου που τον λαό σου τρέφει δόξασε, ω Καμάρινα,[αντ. α]
και τίμησε τους έξι δίδυμους βωμούς στων θεών τις παμμέγιστες γιορτές
με βουθυσίες και με αγώνες που κρατούν πέντε μέρες,
με αρματοδρομίες, ημιόνους και ιπποδρομίες. Και τη λαμπρή της νίκης δόξα [επωδ. α]

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Ε΄, Για τον Ψαύμη από την Καμάρινα, νικητή σε αρματοδρομία με ημιόνους, στ. 1-7, μτφρ. Οικονομίδης Ι., 2004.

ἦν δ᾽ ἐσορᾶν καλός, ἔργῳ τ᾽ οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων [ἐπῳδ. α]
20 ἐξένεπε κρατέων
πάλᾳ δολιχήρετμον Αἴγιναν πάτραν·
ἔνθα σώτειρα Διὸς ξενίου
πάρεδρος ἀσκεῖται Θέμις

Ήταν ωραίος και τα έργα του διόλου κατώτερα από την ομορφιά του.[επωδ. α]
Ενίκησε στο πάλεμα κι έκανε ξακουσμένη
την πατρίδα του Αίγινα που έχει μακριά κουπιά,
όπου τη Θέμιδα τη Σώτειρα τιμάνε,
την πάρεδρο του Ξένιου Δία.

Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος Η΄, Για τον Αλκιμέδοντα από την Αίγινα, νικήτη στην πάλη παίδων, στ. 19- 23, μτφρ. Οικονομίδης, Ι., 2004.

Και επειδή οι αγώνες είχαν την καθημερινή τους πλευρά:

Ἀλλὰ γίνεταί τινα ἀηδῆ καὶ χαλεπὰ ἐν τῷ βίῳ. — ἐν Ὀλυμπίᾳ δ᾽ οὐ γίνεται; οὐ καυματίζεσθε; οὐ στενοχωρεῖσθε; οὐ κακῶς λούεσθε; οὐ καταβρέχεσθε, ὅταν βρέχῃ; θορύβου δὲ καὶ βοῆς καὶ τῶν ἄλλων χαλεπῶν οὐκ ἀπολαύετε; [27] ἀλλ᾽ οἶμαι ὅτι ταῦτα πάντα ἀντιτιθέντες πρὸς τὸ ἀξιόλογον τῆς θέας φέρετε καὶ ἀνέχεσθε.

Συμβαίνουν όμως μερικά δυσάρεστα και δύσκολα πράγματα στη ζωή. -Και στην Ολυμπία δεν συμβαίνουν; Δεν κατακαίγεστε; Δεν στενοχωριέστε; Δεν ταλαιπωρείστε στο μπάνιο; Δεν μουσκεύεστε όταν βρέχει; Δεν απολαμβάνετε τον θόρυβο, τη βοή και τα άλλα δυσάρεστα; Νομίζω όμως ότι όλα αυτά τα υποφέρετε και τα ανέχεστε αντισταθμίζοντάς τα με το αξιόλογο του θεάματος.

Επίκτητος, Διατριβή, 1.6.26-28, μτφρ.. Χριστοδούλου Ι.Σ., & Ιωαννίδου Δ. Ν., 2002.

Ἐς αὐτὰ ἥκεις Ὀλύμπια καὶ τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ τὸ κάλλιστον, τουτὶ γὰρ δὴ ἀνδρῶν τὸ παγκράτιον, στεφανοῦται δὲ αὐτὸ Ἀρριχίων ἐπαποθανὼν τῇ νίκῃ [...] βοῶσι γοῦν ἀναπηδήσαντες τῶν θάκων καὶ οἱ μὲν τὼ χεῖρε ἀνασείουσιν, οἱ δὲ τὴν ἐσθῆτα, οἱ δὲ αἴρονται ἀπὸ τῆς γῆς, οἱ δὲ τοῖς πλησίον ἱλαρὸν προσπαλαίουσι.

Έφτασες στους περίφημους Ολυμπιακούς αγώνες και τον ομορφότερο αγώνα που γίνεται εκεί, διότι πρόκειται για το παγκράτιο των ανδρών. Ο Αρριχίων στεφανώνεται, έχοντας πεθάνει αμέσως μετά τη νίκη του [...] Ζητωκραυγάζουν λοιπόν οι θεατές, αναπηδώντας από τα καθίσματά τους, και άλλοι κουνάνε και τα δυο τους χέρια, άλλοι τα ρούχα τους, άλλοι χοροπηδάνε κι άλλοι πιάνονται στα χέρια με τους διπλανούς τους για παιχνίδι.

Φιλόστρατος, Εικόνες, 2.6, μτφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, 1995.

Ο Πυθαγόρας παρομοίασε την ανθρώπινη ζωή με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. «Άλλοι έρχονται για ν᾽ αγωνιστούν», είπε, «άλλοι για να πουλήσουν τα εμπορεύματά τους και άλλοι για να παρακολουθήσουν το ωραίο θέαμα.» (Ράγκος, 2013, σ. 54).

Ράγκος, Σπ. (2013). Αλλά όταν λάμψη από τον Δία κατεβεί, Στο Κυρτάτας, Δ. & Ράγκος, Σπ., Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος - πολιτική - πολιτισμός, Αρχαιογνωσία και αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση, σσ. 54, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών-Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Ανακτήθηκε 24 Αυγούστου, 2022 από/ Retrieved 24 August, 2022 from: https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/history/arxaiotita/page_012.html

music