Οι αρματοδρομίες καθιερώθηκαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες μόλις στην 25η Ολυμπιάδα το 680 π. Χ. Οι ιδιοκτήτες των αρμάτων μπορεί να ήταν είτε πρόσωπα είτε πόλεις και ξόδευαν περιουσίες για την εκτροφή των αλόγων. Γι’ αυτόν τον λόγο, τα αγώνισμα είχε έντονα αριστοκρατικό χαρακτήρα.
Τα αγωνίσματα της αρματοδρομίας διεξάγονταν στον ιππόδρομο και έπαιρναν το όνομά τους από τον αριθμό και το είδος των αλόγων:
Οι αγώνες τεθρίππων ήταν το δημοφιλέστερο, λαμπρότερο και το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα τα αγωνίσματα, καθώς σε αυτό συναγωνίζονταν βασιλείς, τύραννοι, ευγενείς και πλούσιοι. Το μήκος της διαδρομής ήταν δώδεκα γύροι του ιπποδρόμου.
Για τις συνωρίδες το μήκος της διαδρομής ήταν οκτώ γύροι του ιπποδρόμου.
Η ιππάφεση ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή καθώς χρησιμοποιούνταν ένας πολύπλοκος μηχανισμός.
Η τέχνη του ηνιόχου απαιτούσε ιδιαίτερη δεξιοτεχνία και δύναμη. Το επικίνδυνο για ατυχήματα σημείο ήταν η κάμψη της νύσσας, όπου ο ηνίοχος έπρεπε να περάσει ξυστά από τα αριστερά του, χωρίς το άρμα να λοξοδρομήσει ή να συγκρουστεί με κάποια από τα αντίπαλα.
Ο ηνίοχος φορούσε ένα μακρύ χιτώνα και κρατούσε στο ένα χέρι τα ηνία των αλόγων και στο άλλο ένα μακρύ ραβδί. Από το ραβδί κρεμόταν ένα κουδουνάκι που ωθούσε το άλογο να τρέξει πιο γρήγορα, μπορεί όμως να χρησιμοποιούνταν και ως κέντρον, για να κεντρίζει το άλογο να αναπτύξει ταχύτητα.
Όπως και στους ιππικούς αγώνες έτσι και στις αρματοδρομίες, νικητής δεν αναδεικνυόταν ο ηνίοχος, αλλά ο ιδιοκτήτης των αλόγων, που μπορούσε να είναι μια πόλη ή ένας δήμος, μια γυναίκα ή ένα παιδί. Η ανταμοιβή του ηνιόχου για τη νίκη του ήταν μια μάλλινη ταινία που έδενε στο μέτωπό του.
Η κύρια παράσταση του αγγείου απεικονίζει μετωπικό άρμα (τέθριππο), που οδηγεί γενειοφόρος ηνίοχος, με κοντή κόμη, ενδεδυμένος με μακρύ χιτώνα. Δύο αετοί πετούν πάνω από τα κεφάλια των αλόγων.
Γύρω από το σώμα του αγγείου επτά τέθριππα τρέχουν με ορμή προς τα δεξιά. Οι ηνίοχοί τους φορούν το τυπικό ένδυμα των ηνιόχων –ποδήρη χιτώνα που αποδίδεται με λευκό χρώμα– και εικονίζονται σκυμμένοι προς τα εμπρός παροτρύνοντας τα άλογά τους με τα ηνία και το κέντρον (μαστίγιο) να εντείνουν τον αγώνα τους.
Ο Ηνίοχος των Δελφών είναι ένα από τα πιο εμβληματικά σωζόμενα έργα της αρχαίας κλασικής τέχνης. Το χάλκινο άγαλμα του λεγόμενου «αυστηρού ρυθμού» (480-460 π.Χ.) παριστάνει έναν ηνίοχο, έφηβο ευγενούς καταγωγής, που νίκησε σε αρματοδρομία στους Πανελλήνιους Αγώνες των Πυθίων.
Και στις δύο πλευρές του αγγείου εξωτερικά, στη ζώνη των λαβών, πλαισιωμένο από δύο οριζόντια ανθέμια, ένα άρμα κινείται ορμητικά προς τα αριστερά.
Ορθογώνιο βάθρο με βαθύνσεις στην άνω επιφάνειά του για να δεχτεί τη στήριξη του αγάλματος, που είχε αφιερωθεί στους θεούς από κάποιον νικητή σε αγώνες αρματοδρομίας.
Στον εμπροσθότυπο, κεφαλή νεαρού Απόλλωνα με στεφάνι δάφνης προς τα δεξιά. Στον οπισθότυπο, ηνίοχος οδηγει άρμα με δύο άλογα (συνωρίδα) προς τα δεξιά, κρατώντας μαστίγιο στο δεξί και ηνία στο αριστερό του χέρι.
Στο σώμα του αγγείου αναπτύσσεται αφηγηματική παράσταση με απεικόνιση αρμάτων με οδηγούς. Η αρματοδρομία συνωρίδων (με ζυγό δύο αλόγων) καθιερώθηκε στην 93η Ολυμπιάδα, το 408 π.Χ.